Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Τὸ δαιμόνιο τοῦ Πύθωνος καὶ τὰ δαιμόνια τῆς αἰσχρῆς ἐκμετάλλευσης τῶν ἐργαζομένων

Γράφει ὁ ρχ. πατὴρ Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς το Τυφλοῦ ΣΤ' ἀπὸ τοῦ Πάσχα
(Πράξ. Ἀποστ. ΙΣΤ΄ 16-34)
Ὁλόκληρο τὸ θεόπνευστο βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων εἶναι, ἐκτὸς τῶν ἄλλων καὶ συναρπαστικό. Ἀλλὰ τὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τὸ παρακολουθοῦμε μὲ κομμένη τὴν ἀνάσα, ὥστε νὰ δοῦμε τὴν ἔκβαση τῶν γεγονότων.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μὲ τοὺς συνεργάτες του Σίλα, Τιμόθεο καὶ Λουκᾶ, βρίσκονται στοὺς Φιλίππους. Ἤδη οἱ πιστοί, μὲ πρώτους ἀπ' ὅλους τὴ Λυδία, ἀποτελοῦν τὰ πιστὰ μέλη τς πρώτης Ἐκκλησίας στὴν Εὐρώπη.
Ἀλλὰ ἐνῶ φαινόταν πὼς ὅλα βάδιζαν τὴ σωστή τους πορεία, ἕνα γεγονὸς ποὺ ἄλλοι θὰ τὸ θεωροῦσαν θετικὸ γιὰ τὸ ἔργο τους, ἦλθε νὰ ταράξει τὰ ὕδατα καὶ ν' ἀποδείξει ὅτι στὰ θέματα τῆς πίστεως, δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει ἐφησυχασμός. Χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ καὶ χάρισμα διακρίσεως, διότι ὁ ἐχθρὸς διάβολος μπορεῖ νὰ μετασχηματισθεῖ ἀκόμα καὶ σὲ «ἄγγελο φωτὸς» (Β' Κορινθ. ΙΑ' 14). Αὐτὸ ἀκριβῶς συνέβη τώρα καὶ στοὺς Φιλίππους.
Μία δαιμονισμένη δούλη, μὲ «πνεῦμα πύθωνος», μὲ μαντικὸ δηλαδὴ πνεῦμα, ἀπὸ τὶς μαντεῖες τῆς ὁποίας οἱ κύριοί της κέρδιζαν χρήματα πολλά, ὅταν εἶδε τοὺς Ἀποστόλους, ἄρχισε νὰ φωνάζει καὶ νὰ λέει : «αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου καὶ μᾶς δείχνουν τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας». Αὐτὸ βεβαίως δὲν ἔγινε μία μόνο φορᾶ. Συνεχίστηκε καὶ τὶς ἑπόμενες ἡμέρες, πράγμα ποὺ προκάλεσε τὴν ἀντίδραση τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν, ὁ Ἀπ. Παῦλος νὰ διατάξει τὸ πονηρὸ πνεῦμα νὰ φύγει ἀπὸ τὴν ὕπαρξη τῆς δούλης καὶ ἔτσι νὰ...
ἐλευθερωθεῖ τὸ ταλαίπωρο ἐκεῖνο πλάσμα.
Ἀπὸ τοῦ σημείου αὐτοῦ καὶ κάτω ἀρχίζει ἡ περιπέτεια τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Σίλα.
Τί συνέβη; Οἱ κύριοι τς δούλης αὐτῆς, βλέποντας τώρα ὅτι μὲ τὴν ἐκδίωξη τοῦ φοβεροῦ ἐκείνου δαιμονίου, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἔχουν τὰ κέρδη τους ἀπὸ τὶς μαντεῖες, κατηγόρησαν στὶς ἀρχὲς τῆς πόλεως τοὺς Ἀποστόλους, ὅτι δῆθεν ἀναστατώνουν τὴν κοινωνία μὲ τὶς ἑβραϊκὲς συνήθειες ποὺ θέλουν νὰ εἰσάγουν στὴν περιοχή.
Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ξεσηκωθεῖ ὁ ὄχλος καὶ οἱ στρατηγοί, δίχως νὰ ἐξετάσουν ἀκριβῶς τὴν ὑπόθεση, ὅπως ὄφειλαν νὰ κάνουν, οὔτε καν τοὺς πέρασε ἀπὸ τὸ νοῦ ὅτι ἴσως οἱ κατηγορούμενοι νὰ ἦταν καὶ Ρωμαῖοι πολίτες, τοὺς ἔσχισαν τὰ ἐνδύματα, τοὺς μαστίγωσαν (τοὺς Ἀποστόλους) καὶ κατόπιν διέταξαν τὴ φυλάκισή τους.
Ἐδῶ ὅμως, ἀδελφοί μου, εἶναι ποὺ μιλᾶ ὁ οὐρανὸς καὶ μὲ σημεῖο ἀποδεικνύεται τὸ δίκαιο τῶν Ἀποστόλων.
Τὰ μεσάνυχτα, οἱ δύο Ἀπόστολοι, παρὰ τὴν φρικτή τους ταλαιπωρία, ὄχι μόνο δὲν ἡσύχασαν, ἀλλὰ ξέσπασαν σὲ καρδιακοὺς ὕμνους καὶ σὲ ἐνθουσιώδεις δοξολογίες πρὸς τὸν Θεό.
Ξαφνικά, ἡ φυλακὴ συνταράσσεται ἀπὸ μεγάλο σεισμό, οἱ πόρτες ἀνοίγουν καὶ οἱ βαριὲς ἁλυσίδες πέφτουν. Μπροστὰ στὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁ δεσμοφύλακας τρομοκρατημένος ἐτοιμάζεαι ν' αὐτοκτονήσει, στὴ σκέψη ὅτι οἱ φυλακισμένοι δραπέτευσαν. Καὶ τοῦτο διότι γνώριζε τὶς συνέπειες τέτοιου στρατιωτικοῦ ἀτοπήματος. Ὅμως, ἡ φωνὴ τοῦ Παύλου τὸν συγκρατεῖ: «Εἴμαστε ὅλοι ἐδῶ. Μὴν κάνεις κανένα κακὸ στὸν ἑαυτόν σου», τοῦ φωνάζει ἀπὸ τὰ βάθη τῶν φυλακῶν.
Ὁ δεσμοφύλακας συγκλονίζεται. Κατανοεῖ πλέον ὅτι δὲν ἔχει νὰ κάνει μὲ ἁπλοϊκοὺς καὶ κοινοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀφοῦ τοὺς ρωτᾶ τί πρέπει νὰ κάνει γιὰ νὰ σωθεῖ, τελικῶς δέχεται τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ βαπτίζεται καὶ ὁ ἴδιος ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη ἡ οἰκογένειά του.
Πράγματι, στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα, βλέπει κανεὶς σὲ κάθε φράση καὶ τὸ συμπέρασμα καὶ σὲ κάθε πρόταση τὰ δυναμικὰ μηνύματα ποὺ δονοῦν τὴν Ἐκκλησιαστικὴ σύναξη.
Ἐμεῖς δὲν θὰ σταθοῦμε σήμερα στὸ θέμα τῆς δαιμονικῆς μαντείας, διὰ τῆς ὁποίας ὁ δολομώτης ἐχθρὸς ἐξευτελίζει, ἐξουσιάζει καὶ τελικῶς κολάζει τὸν ἄνθρωπο ποὺ μπλέκει στὰ δίχτυα του. Ἄλλωστε ἀποτελεῖ θέμα ποὺ ὅλοι οἱ πιστοὶ τὸ ἔχουν, ὀφείλουν νὰ τὸ ἔχουν ὑπ' ὄψιν τους καὶ ἡ ἐπισήμανσή του εἶναι ἐκ τῶν οὐκ ἄνευ γιὰ τὴν πνευματική μας οἰκοδομῆ. Τὸ ξεκαθάρισμα δηλαδὴ τῆς ὅλης καταστάσεως, ὅτι ὁ πιστὸς χριστιανὸς οὐδεμία σχέση μπορεῖ νὰ ἔχει μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ συστήματα ποὺ δῆθεν προβλέπουν καὶ γνωρίζουν τὸ μέλλον.
Ἐὰν δε παρ' ἐλπίδα κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι διαθέτει καὶ πίστη στὸν Θεό, ἀλλὰ ταυτοχρόνως διατηρεῖ καὶ τὴν ἐπικοινωνία μὲ τέτοιου εἴδους πρόσωπα, ποὺ κατὰ τὸ πλεῖστον εἶναι ἀγύρτες καὶ ἀπατεῶνες, τότε αὐτὸς φρεναπατὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ ἁπλά, δὲν εἶναι Χριστιανός.
Ἐπιβάλλεται ὅμως, φίλοι μου, λαμβάνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν ταλαίπωρη ἐκείνη ὕπαρξη τῆς δούλης «ἤτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχε τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη» (Πρὰξ Ἀπ. ΙΣΤ΄ 16), νὰ ἐπικεντρώσουμε γιὰ λίγο τὴν προσοχή μας στὸ θέμα τῆς ἐργασίας ἀπὸ χριστιανικῆς ἀπόψεως.
Φυσικὰ δὲν εἶναι δυνατὸν στὴν ὀλίγη ἔκταση τοῦ γραπτοῦ καὶ πτωχοῦ μας λόγου, νὰ ἀναπτύξουμε τὸ τεράστιο αὐτὸ θέμα μὲ τὶς ὅλες παραμέτρους τὶς ὁποῖες διαθέτει. Θὰ χρειαζόταν γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ νὰ ἀφιερώσουμε τόμους ὁλόκληρους.
Θὰ ἀγγίξουμε ὅμως μία πυορροοῦσα πληγῆ ποὺ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ πῶς ἔχει ἐπιδράσει ὁ Χριστιανισμὸς στὸ κοινωνικὸ καὶ πονεμένο αὐτὸ κεφάλαιο.
Δυστυχῶς, θὰ πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε ὅτι στὸ σημεῖο τοῦτο ὑπάρχει παθητικό. Ἐννοοῦμε δηλ. τὴν ἐπίδραση στὴν ἐργασία καὶ συγκεκριμένα στὴν παράγραφο τῆς ἐργοδοσίας καὶ τῶν παροχῶν τῶν ἐργαζομένων.
Πρὶν προχωρήσουμε καὶ γιὰ νὰ προλάβουμε τοὺς μύδρους καὶ τοὺς ἀναθεματισμούς, νὰ τονίσουμε ὅτι μὲ τὸν ὄρο «Χριστιανισμό», δὲν ἐννοοῦμε τὴν ἀποκαλυπτικὴ Εὐαγγελικὴ διδασκαλία καὶ ὅπως αὐτὴ ὀρθῶς ἑρμηνεύεται καὶ βιώνεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ τὴν ἐφαρμογὴ αὐτῆς τῆς διδασκαλίας, ποὺ ἐξαρτᾶται καθαρὰ ἀπὸ τὴν θέληση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἀντικειμενικὴ λοιπὸν θεώρηση τῆς παραγράφου αὐτῆς μέσα στὴν ἱστορικὴ πορεία, παρουσιάζει, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὸν κανόνα, σειρὰ ἀπὸ οὐσιώδη μειονεκτήματα.
Καὶ πρώτ' ἀπ' ὅλα, οἱ Χριστιανοὶ (αὐτοὶ δηλαδὴ ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι Χριστιανοὶ ἐργοδότες), ἀνέκαθεν ἐγκλωβισμένοι μέσα στὴν παραζάλη τοῦ χρηματοοικονομικοῦ συστήματος-ἀνεξαρτήτως «πολιτικῶν» τοποθετήσεων (τὸ χρῆμα βλέπετε, ὅλα τὰ ἐνώνει καὶ τὰ ἰσοπεδώνει καὶ ἀποδεικνύεται ὑπεράνω κομμάτων καὶ ἰδεολογιῶν) - ἀδυνατοῦν νὰ ἀπεγκλωβιστοῦν ἀπὸ τὰ «νόμιμα» ὅρια τῆς μισθοδοσίας καὶ τῶν παροχῶν καὶ ἐμποδίζονται ἀπὸ τὸ νὰ δοῦν τοὺς ἐργαζομένους στὶς ἐπιχειρήσεις τους, ὄχι ἁπλῶς ὡς ἐργάτες καὶ ὑφισταμένους, ἀλλ' ὡς ἀδελφούς. Ὡς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται στὶς ἀποδοχὲς τῶν ταλαίπωρων ἐργαζομένων, στοὺς χώρους ὑγιεινῆς ἐργασίας καὶ στὶς συνθῆκες ἀσφαλείας. Ἐπίσης στὰ θέματα ἀναψυχῆς καὶ κοινωνικῆς προσφορᾶς καὶ γενικῶς σὲ ὅ,τι κάνει τοὺς πιστοὺς νὰ φαίνονται μὰ κυρίως νὰ εἶναι ἀδελφοί.
Βεβαίως, θὰ ἰσχυριστεῖ τώρα κάποιος ὅτι δὲν μπορεῖ, παρὰ νὰ δίνει κανεὶς τὶς «νόμιμες ἀποδοχές», καὶ ὄχι παρακάτω ἢ παραπάνω ἀπ' ὅσα προβλέπει ὁ νόμος.
Ναί, «εὐτυχῶς ποὺ ὑφίσταται καὶ ὁ νόμος καὶ προβλέπει καὶ διασφαλίζει καὶ ἔτσι δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ προσφέρει ἀγάπη»... Εὐτυχῶς... Καὶ φυσικὰ ἕνας ἐργοδότης δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ἀπολύτως νόμιμος...
Τὸ θέμα ὅμως εἶναι ἐὰν οἱ ἴδιοι οἱ ἐργαζόμενοι δὲν ἀγωνίζονταν ποικιλοτρόπως, θὰ ἐλάμβαναν καὶ αὐτὰ ποῦ «ὁρίζει ὁ νόμος» ἢ τὰ μεγάλα ἀφεντικὰ θὰ ἦταν ἱκανοποιημένα στὴν παροχὴ ἑνὸς «πινακίου φακῆς»;
Ἕνα ἄλλο ἀρνητικὸ σημεῖο στὴν πρακτικὴ λεγομένη χριστιανικὴ ἐφαρμογὴ ἐργασίας, ἐργοδοσίας, παροχῶν κ.λ.π. εἶναι ὅτι δυστυχῶς οἱ «Χριστιανικὲς κοινωνίες» (ἐὰν ποτὲ βεβαίως ὑπῆρξαν), στὰ θέματα τῶν λεγομένων κοινωνικῶν ἀναγκῶν, ὄχι μόνο δὲν φαίνεται νὰ διαθέτουν λόγο δυναμικὸ καὶ νὰ τέμνουν ὁδοὺς (πολλὰ ζητᾶμε;), ἀλλὰ ἀναγκάζονται τελικῶς νὰ συρθοῦν ὡς οὐραγοὶ πίσω ἀπὸ τὶς δραματικῶς κοινωνικὲς ἐξελίξεις.
Δὲν χρειάζεται νὰ ἐπεκταθοῦμε σὲ παραδείγματα. Ἡ Ἱστορία δυστυχῶς εἶναι μεστὴ περιπτώσεων τέτοιων ὅπου «τὸ τραῖνο ἔχει ἤδη ξεκινήσει» καὶ οἱ πιστοὶ τρέχουν ἀσθμαίνοντας νὰ τὸ προλάβουν. Ἀποτελεῖ δὲ ντροπὴ γιὰ τὸν Χριστιανικὸ κόσμο ὅτι πρὸς τὰ ἔξω φαίνεται πὼς τὰ ἀθεϊστικὰ καθεστῶτα ἐφαρμόζουν κάποια ἀναγκαῖα πράγματα, στὰ θέματα ἐργασίας, τὰ ὁποία εἶναι θεμελιώδη γιὰ τὴν Χριστιανικὴ ζωὴ καὶ ποὺ ἀποτελοῦν βασικοὺς λόγους τῆς διδασκαλίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
Τονίζουμε, ἔτι ἅπαξ, ὅτι δὲν κάνουμε λόγο γιὰ μεμονωμένες περιπτώσεις Χριστιανῶν ποὺ ἔχουν τὸ θάρρος νὰ παρουσιάσουν σωστὰ καὶ στὴν πράξη τὶς πεποιθήσεις τους, ἐπάνω στὸ θέμα ποὺ μὲ τὴν ἄκρη τοῦ δακτύλου ἀγγίζουμε, ἀλλὰ μιλοῦμε γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς καὶ εἰδικῶς τὴν Ἐκκλησιαστικὴ λεγομένη ἐξουσία, ποὺ παρὰ τὰ ἱδρύματα ἀγάπης καὶ τὰ ὄντως ἀξιόλογα ἔργα εὐποιΐας, φαίνεται, θεωρητικῶς τουλάχιστον νὰ συμπορεύεται καὶ ἴσως-ἴσως κάποιες φορὲς νὰ ἐπευλογεῖ τὰ κακῶς κείμενα ἐπὶ τῶν θεμάτων ἐργασίας καὶ ἐργοδοσίας. Γενικῶς δε παρουσιάζει τὴν εἰκόνα τοῦ φοβισμένου καὶ τοῦ ἀποσυρμένου ἀπὸ τὰ κοινωνικὰ δρώμενα καὶ φαντάζει ὡς ἐξωπραγματικὸ ἡ ἄρθρωση τοῦ Προφητικοῦ λόγου καὶ ἡ ὄρθωση τοῦ ἡγετικοῦ ἀναστήματος, ποὺ ἐπιβάλλεται ἐκ τῶν πραγμάτων καὶ λόγω θέσεως νὰ ὑπάρχει.
Ἀπὸ τὴν ἄλλη δε, κάποιοι πέφτουν ἀπὸ τὰ σύννεφα (γιὰ ν' ἀποδείξουν ὅτι ὄντως ζοῦν μέσα σὲ μία γυάλα καὶ βρίσκονται ἐκτὸς πραγματικότητας), ὅταν ἀκούγονται τὰ δίκαια παράπονα καὶ δέχονται τὸ «κατηγορῶ» ἀπὸ τὸν ἐργατικὸ κόσμο, ὅτι δηλ. ἡ Ἐκκλησία ἀπουσιάζει ἀπὸ τοὺς κοινωνικοὺς ἀγῶνες καὶ ἐν πολλοῖς ταυτίζεται ἢ ταυτιζόταν μὲ τὸ κεφάλαιο.
Ἔτσι λοιπόν, τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι οἱ «ἔχοντες καὶ κατέχοντες» νὰ ἐφησυχάζουν, ρίχνοντας καὶ κάποιες φορὲς «ἕνα κόκκαλο» στὰ ἔργα ἀγάπης (οὐσιαστικὰ γιὰ νὰ ἐξευτελίζουν τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο), ἀπὸ τὴν ἄλλη δε οἱ «μὴ ἔχοντες», ἐγκλωβισμένοι σὲ ποικίλες καταστάσεις γιὰ τὸν «ἄρτον τὸν ἐπιούσιον», καὶ λόγω τῆς ἀνακολουθίας τῶν ποιμένων, νὰ δυσκολεύονται ν' ἀκολουθήσουν τὸν Πτωχὸ Ἰησοῦ καὶ νὰ ἐνταχθοῦν ὀργανικὰ στὸ Σῶμα Του.
Λησμονοῦμε, φίλοι μου, ὅτι εἶναι τόσο προκλητικὴ καὶ ἀδίστακτη ἡ μανία τοῦ χρήματος, ὥστε ὅσοι ἔχουν βάλει σκοπὸ νὰ πλουτίσουν καὶ μόνο νὰ πλουτίσουν, δὲν διστάζουν νὰ πᾶνε ἀκόμα καὶ μὲ τὸν ἴδιο τὸν διάβολο.
Ὑπερβολικὸς ὁ λόγος μας; Καθόλου, ἐὰν ὄντως μελετοῦμε τὴν Γραφή. Αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν βλέπουμε στὸ σημερινό μας ἀνάγνωσμα; Οἱ κύριοι τς δούλης, εἶχαν συνάψει ἀγαστὴ συνεργασία μὲ τὸ δαιμόνιο το πύθωνος, ἀκριβῶς γιὰ νὰ γεμίζουν τὸν κορβανά τους, δίχως τὸ παράπαν νὰ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ταλαίπωρη δαιμονισμένη ὕπαρξη ποὺ εἶχαν δῆθεν ὑπὸ τὴν προστασία τους.
Τώρα ἂν θέσετε τὸ ἐρώτημα. Ποιὸς κυριευόταν ἀπὸ μεγαλύτερο δαιμόνιο, ἡ δούλη ἢ οἱ κύριοί της; Ἀναμφιβόλως ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἰσχυρότερο δαιμόνιο φιλοξενοῦσαν μέσα στὴν ὕπαρξή τους οἱ κύριοί της, ἀφοῦ ὅπως βλέπουμε, τὸ μὲν ταλαίπωρο πλάσμα τελικῶς ἐλευθερώθηκε, οἱ δὲ κύριοί της ἀκόμα περισσότερο δαιμονίστηκαν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑποστοῦν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι τὴν ὅλη ταλαιπωρία ποὺ ὑπέστησαν.
Νὰ ἰσχυριστοῦμε τώρα ὅτι τέτοιοι τύποι σὰν τοὺς κυρίους τῆς περικοπῆς ὑπάρχουν σὲ κάθε ἐποχὴ ἄρα καὶ στὴν δική μας; Ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ ὅπως βλέπουμε, ἔχουν αὐξηθεῖ σὲ τέτοιο βαθμὸ μάλιστα ποὺ φαίνεται ὅτι τὸ ρόλο τῶν κυρίων τῆς δούλης τὸν παίζουν τώρα καὶ ὅσοι κερδίζουν χρήματα ἀπὸ τὰ ἔργα τῆς ἀνομίας καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἐκμεταλλευόμενοι ἄθλιες ὑπάρξεις τόσο τοῦ ἐσωτερικοῦ τς χώρας, ὅσο καὶ αὐτοὺς τοὺς ταλαίπωρους ἀλλοδαπούς. Ἐν πολλοῖς ὅμως, τὸν ἄθλιο τοῦτο ρόλο παίζει ἡ ἴδια ἡ ἐξουσία, ροφώντας τὸν ἱδρώτα ἀλλὰ καὶ τὸ αἷμα τῶν πολιτῶν, ὡς δηλητηριώδης βδέλλα τῆς κοινωνίας.
Καὶ ναὶ μεν σήμερα μπορεῖ νὰ μὴν ὑποφέρουν οἱ ταλαίπωροι ἐργαζόμενοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ πύθωνος. Εἶναι ὅμως γεμάτοι ἀπὸ τὰ «δαιμόνια» τῆς ἀνασφάλειας, τοῦ ἄγχους, τοῦ φόβου τῆς ἀνεργίας (αὐτὸ κι ἂν εἶναι), καὶ ἀπὸ τόσες ἄλλες ἀσθένειες, ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ποὺ καταλήγουν νὰ κάνουν τὸν βίο τοῦ πτωχοῦ ἀνθρώπου, στὴν κυριολεξία ἀβίωτο. Κυρίως δε οἱ νέοι ἄνθρωποι συνθλίβονται ἀπὸ τὸν βόα τοῦ αἰσχροῦ κέρδους ποὺ διπλώνεται στὴν ὅλη ὕπαρξή τους καὶ ποὺ «προσωποποιεῖ» τὸ ἀναίσθητο κεφάλαιο.
Βεβαίως, ὅπως μελετοῦμε, ἡ παιδίσκη τῶν Φιλίππων εἶχε τὴν εὐλογία νὰ βρεθεῖ μπροστὰ στὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν καὶ ν' ἀπελευθερωθεῖ. Ὁ δὲ Ἀπόστολος ἀπέδειξε στὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν ἀνὰ τοὺς αἰώνας, ὅτι ὁ αὐθεντικὸς ποιμένας δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ φοβᾶται ποτὲ τὸν διάβολο, οὔτε τὰ ἀπαίσια ὄργανά του. Τόσο τὰ δύστυχα καὶ φανερά, ὅσο κυρίως αὐτὰ τὰ ὕπουλα καὶ ὑπεράνω ὑποψίας, τὰ ὁποία ἀρκετὲς φορές, ὄχι κατευθύνονται, ἀλλὰ κατευθύνουν τὸν ἴδιο τὸν διάβολο πρὸς ἴδιον ὄφελος καὶ δὴ χρηματιστηριακό.
Τὸ ζήτημα ὅμως εἶναι τὸ ἑξῆς. Σήμερα, οἱ διάδοχοι τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἔχουν τὴν δύναμη (μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται) νὰ τὰ βάλουν μὲ τοὺς «κυρίους»;
Ἡ ποιμαίνουσα Ἐκκλησία, διαθέτει τὴν ἱκανότητα νὰ ὑψώσει στεντορεία τ φωνὴ καὶ νὰ κηρύξει στὸ κεφάλαιο «οὐκ ἔξεστι σοί»;  φοβουμένη καὶ αὐτὴ (πλὴν ἐνίων), ζητιανεύει ψιχία ἀπὸ τὰ «μανδρόσκυλα τοῦ κεφαλαίου»;
Σὲ καμμία τῶν περιπτώσεων δὲν κηρύσσουμε τὴν Λατινοαμερικανικὴ «θεολογία τῆς ἀπελευθερώσεως» ἡ ὁποία οὐσιαστικὰ ἐγκλωβίζει περισσότερο τούς ἐξαθλιωμένους λαούς, ἀφοῦ ἀπουσιάζει ἡ οὐσία τῆς ὀρθῆς βάσεως, τῆς αὐθεντικῆς δηλ. πίστεως καὶ εἶναι ἄγνωστη ἡ ἐμπειρικὴ-πατερικὴ ἑρμηνεία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.
Ἁπλῶς, μελετοῦμε τὰ βιβλικὰ κείμενα στὶς ἀντικειμενικὲς καὶ σύγχρονες διαστάσεις, βάσει τῆς ἀτρόμητης Προφητικῆς καὶ δυναμικῆς Πατερικῆς θεολογίας.
Σίγουρα, αὐτὸ κάποιους τοὺς ἐνοχλεῖ. Τί νὰ κάνουμε ὅμως φίλοι μου; «ἔχει τί πικρὸν ὁ τῆς ἀληθείας λόγος», ὅπως πολὺ σοφὰ κήρυσσαν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, ποὺ λαχταροῦσαν οὐσιαστικὰ τὴν κάθαρση καὶ τὴ θέωση διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Εἴθε κάποτε ν' ἀφυπνιστοῦμε καὶ νὰ δοῦμε ὅτι «οὐ γὰρ ἔδωκεν ἠμὶν ὁ Θεὸς πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ» (Β' Τιμ. Α΄ 7).
Ἂν γίνει αὐτό, τότε ὑπάρχει βεβαῖα ἐλπίδα ὅτι θὰ τακτοποιηθοῦν καὶ τὰ ἐργασιακὰ μὲ ὅλες τους τὶς παραμέτρους.
Κι ἂς μὴ λησμονοῦν ποτέ, τόσο οἱ ἔχοντες καὶ κατέχοντες, ὅσο καὶ οἱ μὴ ἔχοντες ποὺ δυστυχῶς, χωρὶς νὰ γνωρίζουν τὴν πραγματικότητα «μακαρίζουν» ὅσους διαθέτουν πλουτισμό, τὸν σοφὸ λόγο τοῦ «ἁγίου τῶν Ἑλληνικῶν γραμμάτων», τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη:
«Ἡ πλουτοκρατία ἦτο, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ὁ μόνιμος ἄρχων τοῦ κόσμου καὶ ὁ διαρκὴς Ἀντίχριστος. Αὔτη γεννᾶ τὴν ἀδικίαν, αὔτη τρέφει τὴν κακουργίαν, αὔτη φθείρει σώματα καὶ ψυχᾶς».
Ἀμήν.
Email: ioil.konitsa@gmail.com
Κόνιτσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: