Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

2-3 Ιούνη 1941. Εκτελέσεις αμάχων στην Κρήτη

γερμανοί εκτελέσεις λούτρα νεκροί

Κάτοικοι ξαναζούν την αιματοβαμμένη Τρίτη


Όσο πλησίαζαν οι μέρες φτάνοντας στην αιματοβαμμένη μέρα της 3ης του Ιούνη στο χωριό Λούτρα του Ρεθύμνου, ένα από τα πρώτα που άνοιξαν τις εκτελέσεις- αντίποινα στην Κρήτη οι χιτλερικές δυνάμεις μετά την κυριαρχία τους στο νησί, είναι αδύνατο να στεγνώσουν τα μάτια των λιγοστών γερόντων που παιδιά τότε, έβαλαν στις ψυχές τους τη φρίκη στον απόλυτο βαθμό της.
-Μάνα γιάντα κλαίς; Τον μπαμπά μου δε θα τον σηκώσουμε;- τη ρωτούσε ο τετράχρονος γιός της Νίκος όταν εκείνη τον μοιρολογούνταν νεκρό στο σπίτι τους στη μεσοχωριά, πάνω στο φύλλο της πόρτας που είχαν εναποθέσει το πτώμα του. Κι όλο τον τραβούσε και τον τραβούσε από το χέρι του για να σηκωθεί και συνέχεια τον καλούσε: «Σήκω μπαμπά μου να παίξουμε…». Ο μικρός δεν είχε αντιληφθεί το δραματικό συμβάν και η τραγική μάνα δεν άντεχε και ξεσπούσε στα μαλλιά της, αφού τα δάκρυα είχαν στερέψει.

Οι πληγές και σήμερα, ολόκληρα 72 χρόνια από την καταραμένη Τρίτη 3 Ιουνίου 1941, δεν κλείνουν! Οι δέκα άνθρωποι τους έφυγαναλειτούργητοι αφού δεν υπήρχε παπάς για να τελέσει την τελετή και να τους ψάλλει, και ο εφημέριός τους Μανώλης Καλλέργης στα 37 του χρόνια, ήταν ο πρώτος που άφησε το αίμα του στη «Μαυρίτσα», ανάμεσα στους δέκα ήρωες.
Ο κληρικός, ο υπ’ αριθμόν ένας στη σειρά των μελλοθάνατων, όταν τον πλησίασε ο Γερμανός αξιωματικός, επικεφαλής του αποσπάσματος, τον τράβηξε από το ράσο και τον ρώτησε σε χιτλερικό ύφος: «Απέξω μαντάμ και από μέσα καπετάν;» Ο παπά Καλλέργης αμέσως μετά έπεσε νεκρός από τα γερμανικά πυρά. Ήταν το πρώτο θύμα των μαζικών εκτελέσεων στη Λούτρα και από τα πρώτα στην ευρύτερη περιοχή, που πλήρωσε πανάκριβα με ζωές την αντίσταση κατά των επίλεκτων αλεξιπτωτιστών των ναζιστικών στρατευμάτων και την
κατοχή υφασμάτων από αλεξίπτωτα!
«ΟΛΟΚΟΚΚΙΝΟ ΚΑΛΝΤΕΡΙΜΙ…»
«Το προηγούμενο βράδυ», αφηγείται ξεσπώντας συχνά σε λυγμούς ο Κώστας Ορφανουδάκης 80 χρονών σήμερα, «ήλθε ένας Γερμανός στο σπίτι με διερμηνέα και είπε στον πατέρα μου να μείνουμε στο σπίτι και να μη διανυχτερεύουμε στα χωράφια, όπως γινόταν τα άλλα βράδια. Κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει τι θα γινόταν! Εμείς ήμασταν τρία αδέρφια, εγώ που ήμουν ο πιο μεγάλος 8 χρονών, η Μαρία και ο Νίκος… Την άλλη μέρα τα ξημερώματα, έζωσαν το χωριό και μάζευαν τους ανθρώπους στη «Λαμέρα Σώχωρο». Πήραν 38 και τους πήγαν στο σχολείο και εκεί διάλεξαν του έντεκα…γερμανοί εκτελέσεις λούτρα νεκροί ορφανουδάκης
»Μικρά παιδιά εμείς, μας άφησε η μάνα μας Ελένη, το γένος Φραγάκη στο σπίτι της γειτόνισσάς μας Στυλιανής Παντελιδάκη ή Φραγκιούδενας για να μας βλέπει. Κατάλαβα, κάποια στιγμή, ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε έφυγα από το σπίτι και πήγα να δω τι γίνεται. Είδα τη μάνα μου να κλαίει στη «Μαυρίτσα» που τους σκότωσαν και εγώ της κρατούσα το φουστάνι και είχα στυλώσει τα μάτια μου πάνω της. Τα είχα χάσει…
»Θεέ μου ώρες! Το τι έγινε μετά δεν μπορώ να σου το περιγράψω. Το καλντερίμι ήταν ολοκόκκινο από το αίμα και οι φωνές, τα κλάματα και τα μουγκρητά τα άκουγες πιο πολύ όταν τους κατέβαζαν στα μνήματα. Τέτοιες ώρες να μην ξανάρθουν και τώρα έχουμε και πάλι τους Γερμανούς στο σβέρκο μας. Μπορούν να φύγουν από το μυαλό μου οι εικόνες που η μάνα μου έβαλε το κεφάλι του πατέρα μου σε ύφασμα και η γιαγιά μου έσκυψε και ρουφούσε το αίμα του;»
Το τραγικό στην όλη υπόθεση είναι ότι η μάνα του Αργυρένια αισθάνονταν υπεύθυνη για την εκτέλεση του παιδιού της μέχρι το θάνατό της το 1962, γιατί τον «σήκωσε από το κρεβάτι» και του ζήτησε να«πάει να γραφτεί στον κατάλογο των Γερμανών», χωρίς φυσικά να γνωρίζει τις προθέσεις τους. Ο πόνος της έγινε αβάστακτος, αφού ενωρίτερα είχε θρηνήσει την απώλεια του γιού της λοχαγού Νίκου Ορφανουδάκη στο αλβανικό μέτωπο και την αναπηρία του άλλου της γιού Κώστα στο ίδιο πεδίο των μαχών με τους Ιταλούς.
ΤΟ ΚΕΦΑΛΟΜΑΝΤΗΛΟ ΤΟΝ ΚΡΑΤΗΣΕ ΣΤΗ ΖΩΗ
Όλοι οι γενναίοι που πότισαν με το αίμα τους τη λουτριανή γη, ήταν στη μεγάλη τους πλειοψηφία νέοι, ηλικίας από 24 μέχρι 57 χρόνων, «το ξαθέρι του χωριού», οι εκλεκτοί, οι ευπαρουσίαστοι και δυναμικοί οικογενειάρχες, οι φιλόπονοι που είχαν βάλει τη ζωή τους μπροστά και πολεμούσαν για τις φαμίλιες τους. Το δοξασμένο τέλος τους μένει αιώνια παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές και στο μνημείο της «Μαυρίτσας» δίπλα στην εκκλησιά του Αγίου Παντελεήμονα, το καντήλι της μνήμης τους μένει άσβηστο και στους σημερινούς καιρούς της σύγχρονης υποδούλωσης!
Εκεί στον κοινό τάφο της Λούτρας, κείτονται οι ψυχές των αδούλωτων παλικαριών Μιχάλη Τουτουντζιδάκη(40 χρόνων), Γιάννη Τουτουντζιδάκη(57), παπά Μανώλη Καλλέργη(37), Κώστα Περακάκη(39), Μανώλη Ορφανουδάκη(40), Μανώλη Αντωνογιωργάκη(41), Θανάση Σφακιανάκη(40), Δημήτρη Μιχελιουδάκη(28), Μιχάλη Τερζιδάκη(24) και Κώστα Παλιεράκη(29).γερμανοί εκτελέσεις λούτρα νεκροί ορφανουδάκης βαβαδάκης
Όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκτέλεση και η σωτηρία του Μανώλη Περακάκη, που τον κράτησε στη ζωή το κρητικό του σαρίκι! Διηγούνταν σε συγγενικά του πρόσωπα και χωριανούς αργότερα ο ίδιος το θαύμα και τις διηγήσεις του κρατά ως τα σήμερα ο εγγονός του Στέφανος Βαβαδάκης:«Μας έλεγε ότι όταν έδωσε ο αξιωματικός εντολή στο απόσπασμα για τις εκτελέσεις, αυτός έπεσε κάτω γιατί δεν ήθελε να βλέπει να σκοτώνονται οι χωριανοί του. Οι ριπές των γερμανικών όπλων δεν τον βρήκαν και πεσμένος όπως ήταν μπρούμυτα αντιλήφθηκε, συνέχεια, πάνω του σκοτωμένο τον Δημήτρη Μιχελιουδάκη. Το σαρίκι του από το πέσιμο ξεδίπλωσε και όταν του έδωσαν τη χαριστική βολή στο τέλος, οι σφαίρες βρήκαν το κεφαλομάντηλο και όχι το κεφάλι του. Οι Γερμανοί του αποσπάσματος κράτησαν σιγή ενός λεπτού και μετά άκουσε τον αξιωματικό τους να τους συγκεντρώνει για να φύγουν.
Με το πτώμα του Μιχελιουδάκη πάνω του, έμεινε μέχρι πού ήλθαν οι γυναίκες για να πάρουν τους δικούς τους. Τον πλησίασε η ξαδέλφη του Ελένη Βαβαδάκη, που έκπληκτη διαπίστωσε ότι ήταν ζωντανός … Λίγα λεπτά μετά τον πήγαν στη ρίζα μιας ελιάς και τον έπλυναν και αργότερα παρουσιάστηκε στο σπίτι του αδερφού του Γιάννη στο πάνω μέρος του χωριού. «Ζεις μωρέ;» τον ρωτά μόλις μπήκε, πιστεύοντας ότι ήταν νεκρός. «Δεν σκοτώνουν οι σφαίρες», του απάντησε διασκεδάζοντας την απίστευτη σωτηρία του…»
Οι σκηνές που ακολούθησαν στα δυο αδέλφια δεν περιγράφονται! Ο Μανώλης Περακάκης έζησε, κάνοντας πολυάριθμες αφηγήσεις του γεγονότος, μέχρι το 1975 φτάνοντας στα 96 του χρόνια…
«ΕΜΕΙΣ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΑΜΕ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ…»
Συγκλονίζεται ο Στέφανος Βαβαδάκης με τις μαζικές εκτελέσεις των συγχωριανών του και τα όσα ακολούθησαν και από παιδάκι στο δημοτικό σχολείο της Λούτρας, κάθε χρόνο στις 3 του Ιούνη, «όποια μέρα κι αν ήταν» τιμούσαν τη θυσία τους στον αιματοβαμμένο τόπο. Και κάθε χρόνο μοιρολόγια και μουγκρητά!
γερμανοί εκτελέσεις λούτρα νεκροί ορφανουδάκης βαβαδάκηςΤα μάτια του δεν σταματούν να τρέχουν όση ώρα αφηγείται. Όταν μιλάει για τους γιορτασμούς στη «Μαυρίτσα» από τους τριάντα μαθητές του σχολείου που «οι εικοσιπέντε ήταν ξυπόλυτοι και οι άλλοι με παλιοπάπουτσα», δεν αντέχει, βουρκώνει και δεν μπορεί να κρατήσει τα δάκρυα του:«Από το 1952 μέχρι το ΄57 που έφυγα από το σχολειό κάθε χρόνο πηγαίναμε στο μνημείο, κάποιες χρονιές με τη δασκάλα Ευαγγελία Μουρτζανού και άλλες με τον Δημήτρη Ξεκαλάκη. Όλοι κλαίγαμε γιατί είχαμε συγγενείς κι ακόμη κλαίμε παρότι γεράσαμε. Οι γονείς και οι παππούδες, μας είχαν «ποτίσει» με φιλοπατρία και πεθαίναμε για την πατρίδα μας και σήμερα την ξεφτιλίσανε και δεν ενδιαφέρει κανένα…
»Κάθε χρόνο άκουα το ίδιο μοιρολόι κι από τότε που γεννήθηκα άκουα για τις εκτελέσεις στο χωριό και για τον πόλεμο. Πείνα, κακουχίες και τα περισσότερα θύματα δεν είχαν ένα άνθρωπο να τα προστατέψει και να τα βοηθήσει. Εμείς δεν ακούσαμε ποτέ παραμύθια σαν τα άλλα παιδιά. Τα δικά μας παραμύθια ήταν οι ιστορίες για τους ανθρώπους που χάσαμε. Με αυτές μεγαλώσαμε…»
γερμανοί εκτελέσεις λούτρα νεκροί ορφανουδάκης βαβαδάκης 
MadeinCreta

2 Ἰουνίου 1941. Μαζική ἐκτέλεσις ἀμάχων ἀπό τούς γερμανούς στό Κοντομάρι Χανίων


Κοντομάρι
Οἱ Κρῆτες ἔχουν πληρώσει πολύ ἀκριβά τήν ἀγάπη τους γιά τήν πατρίδα καί τήν ἐλευθερία. Ἐναντίον τῶν Ἐνετῶν ἐπανεστάτησαν 27 φορές καί ἄλλες 4 φορές ἐναντίον τῶν τούρκων μέ ὅλα τά γνωστά ἐπακόλουθα αὐτῶν πού ἠττῶνται ἀλλά δέν ὑποτάσσονται.
Στήν Μάχη τῆς Κρήτης ἀντιστάθηκαν μέ ὅλες τους τίς δυνάμεις, νέοι, γέροι, γυναῖκες καί παιδιά ἀλλά ὁ ἀγώνας ἦταν ἄνισος. Στίς 30 Μαΐου ἔπεσε καί ἡ τελευταία μεγάλη πόλις, τό Κάστρο, στά χέρια τῶν γερμανῶν , οἱ ὁποίοι ἀπεδείχθησαν στυγεροί δολοφόνοι τῶν ἀνυπόκτακτων Κρητῶν.
Στίς 2 Ἰουνίου, ἀμέσως μετά τήν κατάκτησι τῆς νήσου ἀπό τίς ὀρδές τοῦ Γκαίρινγκ, ἔγινε ἡ πρώτη μαζική ἐκτέλεσις ἀμάχων στήν κατεχομένη Εὐρώπη, στό Κοντομάρι Χανίων.
Μινώταυρος
Η Μάχη της Κρήτης είναι γνωστή σε όλους.
Μετά την κατάληψη του νησιού από τους ναζί ωστόσο, άρχισαν τα αντίποινα.
Στις 2 Ιουνίου 1941, στο χωριό Κοντομαρί Χανίων, οι Γερμανοί εκτέλεσαν 23 (;) άνδρες, ως αντίποινα για τις εκτελέσεις και τη σφαγή πολλών Γερμανών αλεξιπτωτιστών, που είχαν πέσει μέσα στους θάμνους. Πτώματα Γερμανών είχαν εντοπιστεί κοντά στο χωριό. Οι Γερμανοί όρμησαν στα σπίτια, έβγαλαν όλο τον κόσμο έξω, ξεχώρισαν τους άνδρες και τους εκτέλεσαν σε παρακείμενο ελαιώνα.
Η εκτέλεση έγινε από ομάδα αλεξιπτωτιστών υπό την ηγεσία του ανθυπολοχαγού της Luftwaffe, Horst Trebes και τη διαταγή του στρατηγού Kurt Student και ήταν η πρώτη μαζική εκτέλεση αμάχων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Franz Peter Weixler
ήταν ο πολεμικός ανταποκριτής της Βέρμαχτ, (ανταποκριτής προπαγάνδας), που φωτογράφισε την εκτέλεση και κράτησε τα αρνητικά, τα οποία με κάποιο τρόπο κατάφερε να τα διοχετεύσει σε έναν φίλο του στην Αθήνα, παρ’ όλο που το φιλμ κατασχέθηκε από τους ανωτέρους του και αναγκάστηκε να υπογράψει μία δήλωση σύμφωνα με την οποία δεν είχε κρατήσει αντίγραφα.
Λίγο αργότερα, την ίδια χρονιά, ο Weixler έχασε τη θέση του για πολιτικούς λόγους, αλλά ήταν προφανές ότι οι φωτογραφίες είχαν κυκλοφορήσει, γιατί τον Ιανουάριο του 1944 συνελήφθη από την Γκεστάπο, δικάστηκε για προδοσία και φυλακίστηκε. Ο μόνος λόγος που δεν εκτελέστηκε – σύμφωνα με τα λεγόμενά του – ήταν ότι είχε καταστραφεί ο φάκελός του, τόσο στο Βερολίνο, όσο και στο αρχηγείο της Γκεστάπο στη Νυρεμβέργη. “Ένας λόγος που φυλακίστηκα”, αναφέρει, “ήταν ότι είπα την αλήθεια σε φίλους σχετικά με την επιχείρηση των αλεξιπτωτιστών στην Κρήτη, τον Μάιο του 1941 και τράβηξα φωτογραφίες”.
Παρέμεινε έγκλειστος από τις 16 Ιανουαρίου του 1944 μέχρι τον Απρίλιο του 1945, δηλαδή μέχρι το τέλος σχεδόν του πολέμου. Κατόπιν από το σπίτι του στο Krailling, κοντά στο Μόναχο, έγραψε τη μαρτυρία του κατά του Γκαίριγκ, που χρησιμοποιήθηκε στη Δίκη της Νυρεμβέργης. Στη μαρτυρία του αυτή, που συντάχθηκε στις 11 Νοεμβρίου 1945 και την οποία μεταφράζω από το αυτούσιο κείμενο, αναφέρει όλες τις λεπτομέρειες του ιστορικού της αποτρόπαιας εκτέλεσης:
“Την 1η ή 2α Ιουνίου 1941, βρισκόμουν στο μέρος που είχαμε στρατοπεδεύσει, στην πρωτεύουσα της Κρήτης, τα Χανιά, όταν ένας αξιωματικός με πλησίασε και μου είπε πως εκείνο το απόγευμα επρόκειτο να δω κάτι πολύ ενδιαφέρον. Σε απάντηση της ερώτησής μου, μου είπε ότι ένα τιμωρητικό απόσπασμα επρόκειτο να σταλεί εναντίον διαφόρων χωριών, διότι είχαν βρεθεί κατακρεουργημένα πτώματα γερμανών αξιωματικών. Η ανώτατη διοίκηση της Λουφτβάφε είχε πληροφορηθεί το γεγονός αρκετές μέρες πριν και ο Γκαίριγκ είχε δώσει διαταγή να ληφθούν τα αυστηρότερα μέτρα, όπως η εκτέλεση αντρικού πληθυσμού μεταξύ 18 και 50 ετών. Είπα στον νεαρό αξιωματικό και στον λοχαγό Gericken ότι δεν είχα δει κανένα πτώμα σφαγιασμένου αλεξιπτωτιστή, είχα δει όμως πολλά πτώματα συντρόφων, των οποίων τα πρόσωπα είχαν αρχίσει να αποσυντίθενται από την τροπική ζέστη. Κατόπιν πήγα να δω τον ταγματάρχη Stenzler, ο οποίος μου είπε ότι μία αποστολή του Γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών είχε αναχωρήσει από το Βερολίνο την προηγούμενη μέρα, προκειμένου να διεξαγάγει έρευνα αναφορικά με τη φερόμενη σφαγή των αλεξιπτωτιστών. Είπα στον Strenzler ότι κατά τις πρώτες μέρες της μάχης είχα δει γύπες να τρώνε τα πτώματα των συντρόφων μας. Υπενθύμισα στον ταγματάρχη ότι είχαμε δει αμέτρητα πτώματα συντρόφων μας σε ημι-αποσύνθεση, αλλά ποτέ κάποιον να σκοτώνει ή να σφάζει και συμπλήρωσα επίσης ότι θεωρούσα την εκτέλεση της διαταγής του Γκαίρινγκ στυγνό έγκλημα. Ικέτεψα τον ταγματάρχη Strenzler να μη στείλει το τιμωρητικό απόσπασμα και όταν εκείνος μου διευκρίνησε ότι δεν είναι δική μου δουλειά, πήγα να δω τον υπολοχαγό Trebes, ο οποίος εκείνη την ώρα έβγαζε λόγο σε μια ομάδα 30 περίπου αντρών. εξηγώντας τους “πόσο σημαντικό ήταν να εκτελεστεί η πράξη όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ως αντίποινα για τους συντρόφους μας που είχαν δολοφονηθεί”. Η τιμωρητική αποστολή αποτελείτο από τον υπολοχαγό Trebes, έναν άλλον υπολοχαγό, έναν διερμηνέα, δύο λοχίες και περίπου 25 αλεξιπτωτιστές του 2ου Τάγματος. Ως φωτογράφος της Μεραρχίας μου, μου επιτράπηκε να συνοδεύσω αυτή την αποστολή. Κοντά στο χωριό Μάλεμε, σταματήσαμε και ο Trebes μας έδειξε αρκετά πτώματα στρατιωτών, προφανώς σε στάδιο αποσύνθεσης. Υποκινούσε το μίσος των αντρών εναντίον του πληθυσμού. Συνεχίσαμε την πορεία μας για το χωριό Κοντομαρί. Οι άντρες βγήκαν από τ’ αυτοκίνητα και όρμησαν στα σπίτια της μικρής κοινότητας.Έβγαλαν όλους τους κατοίκους από τα σπίτια τους – άντρες, γυναίκες, παιδιά – και τους συγκέντρωσαν στη μικρή πλατεία. Στο μεταξύ, σε ένα σπίτι βρέθηκε το σακάκι ενός αλεξιπτωτιστή με μια τρύπα από σφαίρα στην πλάτη. Ο Trebes, αφού το εξέτασε, έδωσε εντολή να κάψουν το σπίτι. Ένας άντρας παραδέχτηκε ότι είχε σκοτώσει γερμανό αλεξιπτωτιστή, αλλά δεν ήταν δυνατόν να καταδικάσουμε κανέναν από τους άλλους για εγκλήματα ή λαφυραγωγία και ως εκ τούτου πρότεινα στον Trebes να μην προβεί στην εκτέλεση του σχεδίου και να μας δώσει εντολή να επιστρέψουμε παίρνοντας εκείνον τον άντρα μαζί μας. Όμως εκείνος ξεχώρισε όλους τους άντρες από το πλήθος και δήλωσε στις γυναίκες – μέσω του διερμηνέα – ότι θα τους εκτελέσουν και ότι πρέπει να τους θάψουν μέσα σε δύο ώρες. Όταν ο Trebes γύρισε την πλάτη του για μερικά λεπτά κατάφερα να διευκολύνω εννέα άντρες να δραπετεύσουν. Κατόπιν ο Trebes έβαλε τους άντρες να σχηματίσουν ένα ημικύκλιο, έδωσε τη διαταγή του πυροβολισμού και σε περίπου δεκαπέντε δευτερόλεπτα όλα είχαν τελειώσει”.
Οι φωτογραφίες παραδόθηκαν στα Αρχεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας το 1980 και μία σειρά απ’ αυτές βρίσκεται στο Μνημείο στο Κοντομαρί.
Ο Trebes παρασημοφορήθηκε λίγες εβδομάδες αργότερα, από τον Γκαίριγκ για τη γενναιότητά του (!) με τον Σταυρό των Ιπποτών.
Τρία χρόνια αργότερα, σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Νορμανδία.
Ο Student, υπαίτιος για όλα τα αίσχη που έγιναν στην Κρήτη – όπως η σφαγή στην Κάνδανο και στο Κοντομαρί – μετά το τέλος του πολέμου συνελήφθη από τους Βρετανούς και τον Μάιο του 1947 προσήχθη ενώπιον βρετανικού δικαστηρίου με τις κατηγορίες της δολοφονίας και κακομεταχείρισης αιχμαλώτων πολέμου στην Κρήτη. Το αίτημα της Ελλάδας για έκδοσή του, απορρίφθηκε. Τελικά, κρίθηκε ένοχος για τις τρεις από τις οκτώ κατηγορίες και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Ωστόσο, αποφυλακίστηκε για ιατρικούς λόγους το 1948. Ο Student δεν δικάστηκε ποτέ για εγκλήματα εναντίον πολιτών (!!!). (Χριστιάννα Λούπα)
filonoi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: