Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ


            Όταν οι Εβδομήκοντα μαθητές επέστρεψαν με χαρά από τό κήρυγμα, ο Ιησούς τούς μακάρισε περισσότερο από τούς προφήτες και τούς βασιλείς τής Παλαιάς Διαθήκης, επειδή αξιώθηκαν να δούν τόν Μεσσία και να γνωρίσουν τίς θείες δωρεές που έφερε στόν κόσμο, σταλμένος από τόν Πατέρα Του. Κυριότερη δωρεά και πηγή χαράς για τούς αποστόλους είναι ότι τά ονόματά τους γράφτηκαν στούς ουρανούς, κάτι που σημαίνει ότι αξιώθηκαν να κληρονομήσουν τήν ουράνια βασιλεία, ή με άλλα λόγια, τήν αιώνια ζωή.

            Κάποιος νομοδιδάσκαλος ακούγοντας τόν Ιησού να μακαρίζει τούς μαθητές τού για τίς αποκαλύψεις αυτές που τούς δόθηκαν από τόν ουράνιο Πατέρα, τόν θεώρησε παραβάτη τού Μωσαϊκού νόμου. Διότι ο νομικός αυτός γνώριζε ότι ο νόμος μακαρίζει αυτούς που τηρούν τίς εντολές τού Θεού. Επομένως, κατά τήν γνώμη του, μόνο στήν τήρηση τού νόμου υπάρχει η σωτηρία και η ζωή. Γι αυτό σηκώθηκε και ρώτησε δολίως τόν Κύριο τί να πράξει για να κερδίσει τήν αιώνα ζωή, έχοντας ως σκοπό να τόν κατηγορήσει ότι διδάσκει πράγματα αντίθετα με τόν Μωσαϊκό νόμο.

            Ο Κύριος καταλαβαίνοντας τήν δολιότητα τού νομοδιδασκάλου τόν παραπέμπει σε αυτά που είναι γραμμένα στόν Μωσαϊκό νόμο, ότι δηλαδή η αιώνια ζωή βρίσκεται στήν τήρηση τής εντολής τής αγάπης προς τόν Θεό και τόν πλησίον. Μάλιστα δε έδωσε ο ίδιος τήν απάντηση, αλλά προέτρεψε τόν νομικό να απαντήσει σύμφωνα με τίς γνώσεις που είχε αποκτήσει από τήν μελέτη τού νόμου. Έτσι, ουσιαστικά τού έδειξε ότι ήταν περιττή η ερώτηση που τού είχε κάνει, αφού εκείνος ήδη γνώριζε τί διδάσκει ο νόμος. Ταυτόχρονα, τού ξεκαθάριζε ότι δεν διαφωνεί καθόλου με τήν διδασκαλία τού Μωσαϊκού νόμου.

            Η απάντηση τού Ιησού έκανε τόν νομικό να αισθανθεί αμήχανα, επειδή φάνηκε στά μάτια όλως να ρωτάει και να ζητά να μάθει κάτι που ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά. Για να δικαιολογήσει λοιπόν τήν ερώτησή του, προσποιείται ότι δεν καταλαβαίνει τόν νόημα τής λέξης «πλησίον» και ζητάει περισσότερες εξηγήσεις από τόν Κύριο. Με αυτόν τόν τρόπο επίσης επανέρχεται στόν σκοπό του, που είναι να αποδείξει ότι ο Κύριος διδάσκει ενάντια στόν Μωσαϊκό νόμο, αφού κηρύσσει αγάπη προς τούς εθνικούς και τούς ειδωλολατρικούς λαούς. Στήν σκέψη τού νομικού και γενικά τών Ιουδαίων, όπως παρατηρεί ο άγιος Νεκτάριος ο θαυματουργός, η εντολή τής αγάπης προς τόν πλησίον είχε όρια τόν νοητό ορίζοντα που περικλείει όχι όλη τήν ανθρωπότητα, αλλά τά στενά όρια τής Παλαιστίνης.

Στήν δεύτερη αυτή δόλια επίθεση τού νομοδιδασκάλου ο Κύριος, ο οποίος συλλαμβάνει τούς σοφούς «εν τη πανουργία αυτών», δίνει έξοχη απάντηση μέσα από τήν παραβολή τού καλού Σαμαρείτη. Με τήν παραβολή αυτή βάζει τόν αλλοεθνή και αιρετικό Σαμαρείτη να γίνεται πλησίον στόν καταπληγωμένο από τούς ληστές Ισραηλίτη. Ούτε ο Εβραίος ιερέας, ούτε ο λευΐτης τόν βοήθησαν, αλλά ο Σαμαρείτης. Αν έβαζε Ισραηλίτη να δείχνει αγάπη προς έναν ξένο, ο νομικός θα τόν κατηγορούσε αμέσως ότι παραβαίνει τόν νόμο τού Μωϋσέως. Τώρα όμως βάζει τόν αλλοεθνή και ετερόδοξο να βοηθά, για να δείξει ότι είναι αδύνατον ο από τόν Θεό δοσμένος νόμος να κηρύττει μια μορφή αγάπης κατώτερη από αυτήν που συναντούμε ακόμη και σε αυτούς που βρίσκονται στήν πλάνη και τήν αμαρτία. Αν ο πλανεμένος και απομακρυσμένος από τόν λαό τού Θεού Σαμαρείτης, ακολουθώντας τίς επιταγές τής συνειδήσεώς του, έδειξε αγάπη προς τόν χειμαζόμενο Ιουδαίο, πόσο περισσότερο οι άνθρωποι τού αληθινού Θεού δεν θα πρέπει να δείχνουν τέλεια αγάπη προς όλους τούς ανθρώπους, βλέποντάς τούς ως οικείους και συγγενείς και αδελφούς τούς; Επομένως, όταν ο νόμος τού Θεού κάνει λόγο για τόν «πλησίον», δεν αναφέρεται μόνον στούς οικείους στήν πίστη, στούς ενάρετους και τούς ομοεθνείς, αλλά σε όλη τήν ανθρωπότητα, ανεξαρτήτως φυλής, θρησκείας, χρώματος, ιδιότητας, αρετής ή οποιουδήποτε άλλου γνωρίσματος.

            Είναι γεγονός ότι ο Μωσαϊκός νόμος δίδασκε τήν αγάπη προς τόν πλησίον και τό μίσος προς τόν εχθρό. Αυτό τό βεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος στήν επί τού Όρους ομιλία του. Όπως παρατηρεί ο μακαριστός γέρων Πορφύριος, τό μίσος στήν Παλαιά Διαθήκη ήταν καλό πράγμα. «Γιατί αν είχε κανείς αγαθή καρδιά, τόν έτρωγε ο άλλος». Δεν είχε έλθει ακόμη η χάρη και η αιώνια ζωή. Γι αυτό έπρεπε ο πιστός λαός τού Θεού να προφυλάσσεται από τούς άλλους λαούς και να αμύνεται από αυτούς, για να μην αφανιστεί. Ο Μωσαϊκός νόμος έκρυβε βέβαια μέσα του όλα τά υψηλά νοήματα τής τέλειας αγάπης, αλλά σαν με κάποιο κάλυμμα τά σκέπαζε με τις εξωτερικές νομικές διατάξεις του. Το βαθύ του νόημα τό κρατούσε κρυφό, για να τό αποκαλύψει όταν θα ερχόταν ο Μεσσίας και θα έφερνε τήν χάρη.

            Τώρα λοιπόν ήλθε ο Μεσσίας, ο Ιησούς Χριστός. Έφερε τήν χάρη και κατάργησε τόν θάνατο. Γι αυτό και αποκάλυψε όλη τήν αλήθεια που κρύβουν οι εντολές και τά λόγια τού Θεού, τα οποία δόθηκαν στούς ανθρώπους από αρχαιοτάτων χρόνων. Πλέον οι πιστοί έχουμε τήν χάρη και δια μέσου αυτής γνωρίζουμε τήν αλήθεια και δεν πτοούμαστε από κανένα φόβο, αφού πλέον ο θάνατος αφανίστηκε. Μέσα στήν χάρη και τήν αλήθεια λαμβάνουμε φώτιση και θεία δύναμη να αγαπούμε όλους τούς ανθρώπους ως εαυτό μας. Ας επενδύσουμε λοιπόν τήν ζωή μας στήν χάρη τών θείων μυστηρίων τής Εκκλησίας και τήν ορθότητα τών δογμάτων της, για να μπορέσουμε να εκπληρώσουμε τήν εντολή τής αγάπης, στήν οποία συνοψίζεται όλος ο νόμος και οι προφήτες.

Αρχιμ. Π.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: