Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΗΡΩΪΚΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ


Αγιος-ΔημητρΣΗΜΕΡΑ 26 Ὀκτωβρίου εἶνε ἑορτὴ μεγάλη. Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ὄχι μόνο στὴν Ἑλ­λάδα ἀλλὰ παντοῦ, τὴν τιμᾷ. Διότι παντοῦ ὑπάρ­χουν Δημήτριοι, ἀκόμη καὶ γυναῖκες Δήμητρες, καὶ ἑορτάζουν τὸν μεγαλομάρτυρα ἅγιο Δημήτριο.

* * *

Τί ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος; Ἄνθρωπος ἦ­ταν καὶ αὐτὸς ὅπως ἐμεῖς, δὲν διέφερε. Κάθε ἄνθρωπος ὅμως ἔχει θέλησι. Καὶ ἂν κάνῃ κα­λὴ χρῆσι τῆς θελήσεώς του, μπορεῖ νὰ φτάσῃ μέ­χρι τὰ οὐράνια· ἂν κάνῃ κα­κὴ χρῆσι, μπορεῖ νὰ κατρακυλίσῃ μέχρι τὸν ᾅδη. Ἂν θέλῃ γίνεται ἄγγελος, ἂν θέλῃ γίνεται σατανᾶς. Κ’ εἶ­νε στι­γμὲς ποὺ φτάνει πολὺ ψηλά, εἶνε στιγμὲς ποὺ πέφτει πολὺ χαμηλά, ἀηδιάζει τὸν ἑαυτό του, γίνεται χειρότερος ἀπὸ τὸ δαίμονα. Γι’ αὐτὸ γέ­μισε ὁ κόσμος τώρα ἀπὸ δαιμονιζομένους.

Ὁ ἅγιος Δημήτριος γεννήθηκε στὴ Θεσσα­λονίκη ἀπὸ ἐκλεκτὴ οἰκογένεια περὶ τὸ 300 μ.Χ., ὅταν στὴν αὐτοκρατο­ρία βασίλευε ἕνας τύραννος, ὁ Διοκλητιανός. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν στρατιωτικός, γενναῖος ἀ­ξιωματικός. Ἐ­κεῖνο ὅμως ποὺ τὸν διέκρινε ἀπὸ τοὺς συναδέλφους του ἦταν – ποιό· ὅτι πίστευε στὸ Χρι­­στό, ὅτι αὐτὸς βασιλεύει, εἶνε ὁ κυβερνήτης τοῦ σύμπαντος. Πίστευε μὲ ὅλη τὴν καρδιά του, κι αὐτὸ ποὺ πίστευε δὲν τὸ ἔκρυβε.

Τώρα σπάνια θὰ συναντήσῃς Χριστιανὸ νὰ ὁμολογῇ τὸ Χριστό. Ἔρχονται στὴν ἐκκλησία, προσκυνοῦν, ἀνάβουν κεριά, κ.λπ., ἀλλὰ με­τὰ ἔξω τίποτα. Πουθενὰ δὲν ἐκδηλώνονται. Φοβοῦνται καὶ τὸ σταυρό τους ἀκόμη νὰ κάνουν, ντρέπονται καὶ νὰ ποῦν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοὶ εἶνε ἀνάξιοι νὰ λέγωνται Χριστιανοί. Τέτοια δειλία καὶ ἀνανδρία ἐπικρατεῖ. Ἢ πιστεύεις, κύριε, ἢ δὲν πιστεύεις! Ἐὰν δὲν πιστεύῃς, τότε ἑνώσου μὲ τοὺς ἀπίστους καὶ ἀθέους καὶ πολέμησε ὅ,τι ὑψηλὸ καὶ ὡ­ραῖο ὑπάρχει. Ἂν πιστεύῃς ὅμως, αὐτὸ ποὺ πιστεύ­εις νὰ τὸ καμαρώνῃς καὶ νὰ τὸ διακηρύττῃς.

Αὐτὸ ποὺ πίστευε λοιπὸν ὁ ἅγιος Δημήτρι­ος τὸ ἐκήρυττε φανερά, παντοῦ, καὶ προσπαθοῦ­­σε νὰ ἑλκύσῃ κι ἄλλους στὸ Χριστό. Κάθε πρωῒ παρακαλοῦσε· Κύριε, κάνε νὰ γίνουν κι ἄλ­­­λοι Χριστιανοί! Λένε μάλιστα, ὅτι δὲν ἡσύχα­ζε ἐὰν δὲν ἔκανε τοὐλάχιστον ἕνα καινούρ­γιο Χρι­στιανὸ τὴν κάθε ἡμέρα. Πρὸ παντὸς προσπαθοῦσε νὰ φέρῃ στὸ Χριστὸ παιδιὰ καὶ νέους. Καὶ μεταξὺ τῶν νέων ποὺ ἐκέρδισε εἰς Χριστὸν ἦταν καὶ ἕνας ποὺ ὠνομάζετο Νέστωρ.

Αὐτὴ ἦταν ἡ δρᾶσι του ὅταν κηρύχθηκε δι­ωγμός. Ὅποιος ἐκήρυττε Ἰησοῦν Χριστὸν κα­τεδιώκετο· καὶ μεταξὺ τῶν πρώτων ποὺ συν­ελήφθησαν ἦταν ὁ ἅγιος Δημήτριος. Τοῦ εἶ­παν· ―Ἀρνήσου τὸ Χριστό, βλαστήμησέ τον. ―Ὄχι. ―Βλαστήμησε τὸ Χριστό. ―Ὄχι. ―Βλα­στήμησε τὸ Χριστό. ―Ὄχι. Ἐπειδὴ δὲν πειθαρχοῦσε, τὸν καθαίρεσαν ἀπὸ τὸ στρατιωτι­κό του ἀξίωμα, τὸν ἔκαναν ἁπλὸ πολίτη, καὶ τὸν ἔβαλαν στὴ φυλακή.

Ἐνῷ ὅμως βρισκόταν στὸ κελλί, δέχθηκε μία ἐπίσκεψι. Ἀνοίγει ἡ πόρτα καὶ μπαίνει ὁ Νέστωρ. ―Δάσκαλε, φέρ­νω δυσάρεστα νέα. ―Τί συμβαίνει, παιδί μου; ―Ἡ Θεσσαλονίκη εἶ­­νε ἀνάστατος. Ἄντρες γυναῖ­κες παιδιὰ συγ­κεντρώνονται στὸ στάδιο καὶ βλέπουν ἀγῶνες. Ἐκεῖ παρουσιάστηκε ἕνας γιγαντιαῖος σι­δηρό­φρακτος εἰδωλολάτρης ποὺ λέγεται Λυαῖος. Εἶνε τὸ καύχημα καὶ καμάρι τῶν ἐ­χθρῶν τοῦ Χριστοῦ. Κάθε μέρα ὁ κήρυκας φωνάζει· Ὅ­ποιος Χριστιανὸς θέλει, ἂς ἔρ­θῃ νὰ παλέψῃ μὲ τὸ Λυαῖο!… Τόσες μέρες τώρα κανείς δὲν παρουσιάζεται, καὶ ὅλοι μᾶς  χλευάζουν. Δὲν τὸ ἀνέχομαι. Θέλω νὰ ξεπλύ­νω τὸ ὄνειδος αὐ­τό, θέλω νὰ μονομαχήσω μὲ τὸ Λυαῖο, καὶ ζητῶ τὴν εὐχή σου. Ὁ ἅγιος Δημήτριος δὲν τὸν ἀπέτρεψε. Τὸν εὐλόγησε καὶ τοῦ εἶπε· ―«Ὕπαγε· καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις»· καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσῃς, ἀλλὰ καὶ θὰ μαρτυρήσῃς γιὰ τὸ Χριστό.

Ὡπλισμένος ὁ Νέστωρ μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ ἁ­γίου διδασκάλου του, νάτος τώρα κατεβαίνει στὸ στίβο φτερωτός. Ὁ κῆρυξ φωνάζει· ―Ποιός Χριστιανὸς θέλει νὰ μονομαχήσῃ μὲ τὸ Λυαῖο; ―Ἐγώ, φωνάζει ὁ νέος. Στρέφονται ὅλοι καὶ βλέπουν ἕνα παιδάριο. ―Ἐσύ, τοῦ λένε, θὰ τὰ βάλῃς μὲ τὸ γίγαντα; Δὲ λυπᾶσαι τὰ νιᾶτα σου; Μ᾽ ἕνα χτύπημα θὰ σὲ ξαπλώσῃ κατὰ γῆς. Λυπήσου τὴ ζωή σου… Αὐτὸς ὅμως εἶνε ἀ­ποφασισμένος, καὶ ἔτσι οἱ δύο ἀντίπαλοι παρατάσσονται. Καὶ ἐνῷ ὅλοι, τὸ πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ οἱ λίγοι Χριστιανοί, κρατοῦν τὴν ἀναπνοή τους, ὁ Νέστωρ ὁρμᾷ καὶ φωνάζοντας «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι», δίνει ἕνα καίριο πλῆγμα στὸ γίγαντα καὶ τὸν ῥίχνει κάτω μὲ γδοῦπο. Αὐτὸ ἦταν ἕνας θρί­αμβος τοῦ χριστιανισμοῦ τὴν ἡμέρα ἐκείνη.

Ἐν συνεχείᾳ ὅμως ὁ Νέστωρ μαρτύρησε. Τὸν συλλαμβάνουν, τοῦ ζητοῦν νὰ βλαστη­μή­σῃ τὸ Χριστό. Δὲν βλαστημᾷ, κ’ ἔτσι τὸν θανατώνουν.

Μετὰ πηγαίνουν στὴ φυλακή, στὸ κελλὶ τοῦ διδασκάλου. Μὲ τὶς λόγχες τρυποῦν τὸν Δημήτριο στὴν πλευρά, καὶ τελειώνει μαρτυρι­κῶς τὸν δρόμο του. Ὁ τάφος του ἀνέβλυσε μύρο· γι᾽ αὐτὸ λέ­γεται μυροβλήτης. Πάνω στὸν τάφο του κτίστηκε ἔπειτα μεγαλοπρε­πὴς ναός, ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης, ποὺ ἑορτάζει σήμερα.

Πολλὰ καὶ μεγάλα θαύματα ἔκανε ὁ ἅγιος Δημήτριος. Ἕνα μόνο σᾶς θυμίζω. Ἂς μὴν πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, δικαίωμά τους· ἐμεῖς πιστεύουμε. Διότι τέτοια ἅγια ἡμέρα, 26 Ὀκτωβρίου τοῦ 1912, ὁ ἅγιος Δημήτριος ἔκανε τὸ θαῦμα του. Τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος φώναζαν στὶς μεραρχίες καὶ στὰ τάγματα· Ἅγιε Δημήτριε, κάνε τὸ θαῦμα σου! Καὶ πράγματι τὴν ἡ­μέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ὕψωσαν τὴ σημαία μας ἐπάνω στὸ Λευκὸ Πύργο! Δὲν εἶνε θαῦμα αὐτό;

* * *

Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Οἱ ἅγιοι εἶνε ὑ­ποδείγματα. Τόσο ὁ ἅγιος Δημήτριος ὅσο καὶ ὁ ἅγιος Νέστωρ εἶνε ὑποδείγματα πίστεως, ποὺ πρέπει κ’ ἐμεῖς νὰ μιμηθοῦμε ὅσο ζοῦμε σ’ αὐτὴ τὴ ζωή, νὰ τοὺς ἀκολουθήσουμε.

Γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· πιστεύουμε; Μὲ τὰ λόγια πιστεύουμε, τὰ πράγματα ὅμως ἀποδει­κνύουν ὅτι δὲν ἔχουμε οὔτε λίγη ἀπὸ τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι ἐκεῖνοι. Ἂν γίνῃ δι­ω­γμὸς ―καὶ θὰ γίνῃ διωγμός― ὅπως ἔγινε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, δὲν ξέρω πόσοι ἀπὸ τοὺς λεγομένους Χριστιανοὺς θὰ μείνουν πιστοὶ στὸ Χριστό.

Θὰ πέσῃ κόσκινο. Ἔρχεται ὁ ἀντίχριστος. Τὸ νούμερό του, τὸ 666, ἔχει σημασία. Καὶ οἱ ταυτότητες μὲ τὸ 666 εἶνε μέσα στὸ πρόγραμ­μα τῆς κυριαρχίας του. Μὴν πάρῃ κανείς τέτοια ταυτότητα. Εἶνε σημάδι τοῦ ἀντιχρίστου. Αὐτὸς θὰ σείσῃ τὴν οἰκουμένη, θὰ κοσκινίσῃ μικροὺς καὶ μεγάλους, καὶ ἄρχοντες καὶ ἀρ­χομένους, καὶ γυναῖκες καὶ ἄντρες καὶ παιδιά. Θὰ προσπαθήσῃ νὰ σφραγίσῃ ὅλους. Ἐ­μεῖς μία σφραγῖδα ἔχουμε, τὴ σφραγῖδα τοῦ ἁγίου βαπτίσματος. Θὰ προσπαθήσῃ ὁ ἀντίχριστος νὰ σφραγίσῃ τὸν κόσμο μὲ τὴ σφρα­γῖ­δα τοῦ σατανᾶ. Καὶ τότε μέσ᾽ στοὺς χίλιους ἕνας, μόνο ἕνας, θ’ ἀντισταθῇ!

Εἶνε ὑπερβολικὸς ὁ λόγος μου; Δὲν εἶνε. Διότι πόση ἀντίστασι δείχνουν οἱ σημερινοὶ Χριστι­ανοὶ ἐν συγκρίσει μὲ τοὺς Χριστιανοὺς τῶν πρώτων αἰώνων; Σ’ ἐκείνους τὸ μαχαί­ρι ἔ­βαζαν στὸ λαιμὸ γιὰ νὰ βλαστημήσουν, καὶ δὲ βλα­στημοῦσαν· οἱ σημερινοὶ βλαστημοῦν χω­ρὶς νὰ τοὺς ἀναγκάζῃ κανείς. Ποιός τοῦ βάζει τὸ μαχαίρι στὸ λαιμὸ τοῦ ψευδοχριστιανοῦ καὶ βλαστημᾷ; Ἐὰν λοιπὸν τώρα χωρὶς μαχαίρι, χωρὶς διωγμό, βλαστημοῦν, φαντάσου τί θὰ γίνῃ ὅταν ἔλθῃ ὁ ἀντίχριστος…

Ἐμεῖς τί πρέπει νὰ κάνουμε; Νὰ πιστέψουμε. Ἂς παρακαλέσουμε· Δός μας, Κύριε, τὴν πίστι! τὴν πίστι ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος Δημήτριος καὶ ὁ ἅγιος Νέστωρ, τὴν πίστι ποὺ εἶχαν οἱ πρόγονοί μας· τετρακόσα χρόνια ἔζησαν κάτω ἀπ’ τὴν Τουρκιά, μὲ τὸ μαχαίρι στὸ λαιμό, καὶ δὲν ἀρνήθηκαν τὸ Χριστό. Κ’ ἐμεῖς, ἂν γί­νῃ διω­γμός, νὰ μείνουμε ὅλοι πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι. Τὰ λεφτά μας ἂς τὰ πάρουν οἱ ἀντίχριστοι, τὰ σπίτια μας ἂς τὰ πάρουν, τὰ χωρά­φια μας ἂς τὰ πάρουν, τὰ ζῷα μας ἂς τὰ πάρουν, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός· τὴν πίστι μας ὅμως στὸ Χριστὸ ὄχι! Νά τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ· «Ψυχὴ καὶ Χριστὸς σᾶς χρειάζονται. Αὐτὰ τὰ δύο ὅλος ὁ κόσμος νὰ πέσῃ, δὲν ἠμπορεῖ νὰ σᾶς τὰ πάρῃ, ἐκτὸς καὶ τὰ δώσετε μὲ τὸ θέλημά σας. Αὐτὰ τὰ δύο νὰ τὰ φυλάγετε νὰ μὴ τὰ χάσετε».

Εἴθε, ἀγαπητοί μου, ὅσοι ἀ­κοῦτε τὰ λόγια αὐτά, παιδιὰ γυναῖκες καὶ ἄντρες ποὺ τιμᾶτε σήμερα τὸν ἅγιο Δημήτριο, εἴθε κανείς νὰ μὴ γίνῃ προδότης. Νὰ μείνουμε ὅλοι πιστοί. Κι ἂν ἀκόμη ἔρθουν χρόνια κατηραμένα ―καὶ θὰ ἔρθουν―, καὶ πάνω στὴ γῆ μείνῃ ἕνας Χριστιανός, ἕνας μόνο νὰ μείνῃ, φτάνει αὐτός. Αὐτὸς ὁ ἕνας θὰ νικήσῃ. Θὰ νικήσῃ ὁ ἕνας, δὲ θὰ νικήσουν οἱ πολλοί. Δὲ θὰ νικήσουν οἱ ἀντίχριστοι, δὲ θὰ νικήσουν οἱ ἄθεοι, ἀλλὰ θὰ νικήσῃ ὁ Θεὸς τοῦ ἁγίου Δημητρίου.

«Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει» μας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Δεν υπάρχουν σχόλια: